«Ο βιολογικός λόγος του Μ. Καραγάτση»

1
3383

 

O Γιούγκερμαν αποτυγχάνει να εγκλιματισθεί «κάτω από τον Φοίβο»

 

Μια διαφορετική ανάγνωση του Μ. Καραγάτση από τη Μαίρη Μικέ

 

Συνέντευξη στην Ελπίδα Πασαμιχάλη

 

«Το ότι είμαι ο πρώτος Έλληνας λογοτέχνης που μελέτησε και εφάρμοσε στη δημιουργία του τα διδάγματα της άγνωστης ακόμα στους φιλολογικούς μας κύκλους βιολογικής φιλοσοφίας, είναι για μένα υπέρτατη τιμή» έγραφε ο Μ. Καραγάτσης το 1943 σε κείμενό του στην εφημερίδα «Η Πρωϊα». Η εκτίμησή του στην βιολογία, την οποία εμφανώς εμπιστευόταν ως θετική επιστήμη,  φαίνεται και σε επιστολή του στον Ηλία Βενέζη όπου διαπιστώνει: «Λέω δικαιοσύνη κι όχι ισότητα, επειδή η βιολογία αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο στα στάδιο της ψυχοφυσιολογικής εξέλιξης που βρίσκεται σήμερα ο άνθρωπος. Η φοβερή βιολογία, η Επιστήμη- Μήτηρ που βασίζει το ατράνταχτο φρούριό της στο πείραμα και την παρατήρηση. Αντίθετα με τον προγενέστερό της Μαρξισμό που έριξε τα θέματά του στο σαθρό έδαφος, όχι του φυσικού πειράματος αλλά του λογικού συμπεράσματος, προεξοφλώντας με τη φαντασία μιαν ανθρώπινη φύση ολότελα αλλιώτικη από εκείνη που το κατοπινό πείραμα απόδειξε τι είναι. Και ότι δεν βασίζεται στη γνώση που γεννάει το πείραμα και η παρατήρηση, δεν είναι αλήθεια αλλά όνειρο και χίμαιρα.»

 

Οι κριτικοί της εποχής

δεν πρόσεξαν πως ο

Γιούγκερμαν  δεν ήταν Έλληνας,

αλλά ένας άνθρωπος του Βορρά

 

 

Τα αποσπάσματα αυτά όπως και αρκετά ακόμη, που απηχούν τις απόψεις του σπουδαίου συγγραφέα, παραθέτει η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κυρία Μαίρη Μικέ, σε εκτενή της ανάλυση στο περιοδικό Νέα Εστία. Η ανάλυση αυτή, μέρος της οποίας θα αποτελέσει την εισαγωγή στην νέα έκδοση του «Γιούγκερμαν» προτείνει μία διαφορετική ανάγνωση του έργου του Μ. Καραγάτση εισάγοντας την παράμετρο του «βιολογικού λόγου» που πιθανόν είχε διαφύγει από τους κριτικούς της εποχής του. Οι οποίοι σαφώς εντυπωσιάσθηκαν από την αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα, τον εκθείασαν για την επινοητικότητά του, είδαν στον «Γιούγκερμαν» έναν από τους «στύλους της αστικής ανόδου» στη δεύτερη φάση της του 1920, αναφέρθηκαν στην ιδιόρρυθμη προσωπικότητά του, αλλά δεν στάθηκαν αρκετά στην καταγωγή του. Ότι δηλαδή ο Γιούγκερμαν είναι πάνω από όλα ένας Φιλανδός, ένας άνθρωπος του Βορρά, που ναι μεν προσαρμόζεται, αλλά δεν ελληνοποιείται, και αποτυγχάνει να «εγκλιματισθεί κάτω από το Φοίβο». Για τη νέα αυτή ανάγνωση του «Γιούγκερμαν» μιλά η κυρία Μαίρη Μικέ που έχει μελετήσει το έργο του Μ.  Καραγάτση σε βάθος χρόνου.

 

Πώς εκδηλώνεται ο βιολογικός λόγος στην περίπτωση Γιούγκερμαν;

 

Από ρητές δηλώσεις του συγγραφέα σε άρθρα του, προκύπτει το συμπέρασμα ότι, κατά την αντίληψή του, ο κόσμος που αναπαριστά συνιστά αποτέλεσμα της παρατήρησης και του πειράματος και ότι η μελέτη της μονάδας είναι ενδεικτική για την εξαγωγή συμπερασμάτων επί του συνόλου, πραγματοποιώντας ταυτόχρονα τη σύνδεση ανάμεσα στο προσωπικό και το πολιτικό. Από την αναγωγή του ειδικού στο γενικό προκύπτει μια ομαδοποίηση που επειδή αντλεί την εγκυρότητά της από την επιστήμη μετατρέπεται σε αλήθεια. Στον Γιούγκερμαν, η μελέτη που επιχειρώ με οδηγεί στο εξής συμπέρασμα: οι βιολογικές θεωρίες της σεξουαλικής διαφοράς, όπως κυκλοφορούν μέσα στην αφήγηση, επιχειρούν να προσγράψουν κοινωνικούς ρόλους, προτάγματα και πολιτισμικές κατασκευές της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας σε μια πάγια και αναλλοίωτη φυσική τάξη.

 

Πώς παρουσιάζεται η έμφυλη και η φυλετική διαφορά;

 

Η διαφορά, περιβεβλημένη με το μανδύα μιας επιστήμης, δεν επιδέχεται αμφισβητήσεις και λούζεται από το φως της αντικειμενικότητας, καθώς η εμπειρική πραγματικότητα ενός πειράματος και η ορθότητα του αδιαμφισβήτητου βλέμματος από έναν ορθολογιστή ουδέτερο παρατηρητή εγγυώνται την απαρασάλευτη βεβαιότητα. Έτσι όμως, συμπεραίνω ότι η έμφυλη και η φυλετική διαφορά διαιωνίζεται και θεωρείται κάτι παραπάνω από προδιαγεγραμμένη.

 

 

«Το ειδυλλιακό φως του Φοίβου

αποδεικνύεται

σκληρό και ανελέητο»

 

 

Γιατί ο Γιούγκερμαν αποτυγχάνει να  εγκλιματισθεί «κάτω από τον Φοίβο» στο ελληνικό περιβάλλον;

 

Ο Γιούγκερμαν εντάσσεται, όπως είναι γνωστό, μαζί με τη Μεγάλη χίμαιρα και τον Συνταγματάρχη Λιάπκιν στην τριλογία «Εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο». Κανείς από τους ήρωες της τριλογίας δεν καταφέρνει να εγκλιματισθεί. Το ειδυλλιακό φως του Φοίβου Απόλλωνα αποδεικνύεται την ίδια στιγμή σκληρό και ανελέητο. Αγγελικό και μαύρο.

 

Η αδυναμία εγκλιματισμού των ηρώων οφείλεται στις βιολογικές καταβολές τους;

 

Η αποτυχία του εγκλιματισμού της ευρωπαϊκής, εξορθολογισμένης Μαρίνας – και πάντα μέσα στο πλαίσιο των κοινωνικών διαστάσεων της ερωτικής επιθυμίας – οφείλεται, μεταξύ των άλλων, στη διαφορετική έμφυλη υποκειμενικότητα, σε ένα σαγηνευτικό (αλλότριο) ερωτισμό που απαξιώνει καίριους θεσμούς της νεοελληνικής κοινωνίας, στον Γιούγκερμαν (αλλά και στον Συνταγματάρχη Λιάπκιν), ο οποίος, ακριβώς επειδή δεν κατάγεται από τον πολιτισμένο Νότο αλλά από τον άγριο Βορρά, οφείλεται στη διαφορετική φυλετική υποκειμενικότητα που αποκαλύπτεται κυρίως τη στιγμή της ανάδυσης των δαιμονικών ενστίκτων, τη στιγμή της αμφισβήτησης της αρρενωπότητας. Η θηλυκότητα της Μαρίνας, που αποτελούσε ευφρόσυνο θέαμα ανδρικών βλεμμάτων και ναρκισσιστική αναπαράσταση, τιμωρείται με την απώλεια της μητρότητας, τη γερασμένη σάρκα και την αυτοκτονία, ενώ η αρρενωπότητα του Γιούγκερμαν τιμωρείται με το φάσμα της Ντίνας/μάνας να υπενθυμίζει βασανιστικά τον ανεκπλήρωτο πόθο και την αμφισβήτηση του ειδώλου από τον εραστή ανταγωνιστή απολλώνιο Καραμάνο.

 

«Ο Γιούγκερμαν, ο Φιλανδός Βάσιας

Στο βάθος του παραμένει ξένος»

 

 

Τι σημαίνει «ελληνοποίηση» στον Καραγάτση;

 

Στον Γιούγκερμαν είναι εμφανής η προσπάθεια ελληνοποίησης του κεντρικού ήρωα. Εννοώ το εξής. Όσο διαρκεί η προσπάθεια αναρρίχησης στα ανώτερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα με την κατοχή υψηλών επαγγελματικών θέσεων, όσο διαρκεί η νεότητα και η επιβεβαίωση της αρρενωπότητας με τη νομή κάθε λογής θηλυκού, ο Γιούγκερμαν (νομίζει ότι) αφομοιώνεται από το ελληνικό περιβάλλον. Άλλωστε οι έννοιες της αρρενωπότητας και της επαγγελματικής επιτυχίας είναι αξεχώριστα δεμένες στο δικό του κοσμοαντιληπτικό πρίσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ορίζει τον εαυτό του ως εξής: «Και γω Φιλανδός γεννήθηκα. Μα τώρα ζω στην Ελλάδα. Είμαι Έλληνας πολίτης. Και θαρρώ πως απόχτησα κι ελληνική ψυχή.» (425) Η ελληνοποίηση της ψυχής ως του ανώτατου και εσώτατου οντολογικού επιπέδου σημαίνει γι αυτόν και την απόλυτη επιτυχία του εγκλιματισμού.

 

Τι συμβαίνει όμως στη συνέχεια;

 

Το κεντρικό ερώτημα όμως, για μένα, είναι αν αυτή η διαδικασία μπορεί να φθάσει μέχρι το τέλος και επομένως το κείμενο να αποδεχθεί τη συμβολική ετερότητα. Για να απαντηθεί το ερώτημα, στην έρευνά μου, παρακολουθώ την πορεία ανόδου και καθόδου του Γιούγκερμαν και καταλήγω στο εξής συμπέρασμα. Μπορεί ο Φινλανδός Βάσιας να δέχεται διάφορα στρώματα ελληνικότητας, στο βάθος του όμως παραμένει ξένος. Η ξενότητά του εγγυάται την αποτυχία του εγκλιματισμού. Η ιδεολογική λειτουργία της αφήγησης, καθώς αντιμετωπίζει τον άλλο ως εγγενώς διαφορετικό παρά τα επιχρίσματα πολιτισμού που δέχεται, ενισχύει από τη μια τον κώδικα της ομοιότητας, τον οποίο και θεωρεί ανώτερο και, από την άλλη, τον κώδικα της διαφοράς, τον οποίο και θεωρεί εμφανώς κατώτερο. Η αφορμή για την αποτίναξη των εξωτερικών χιτώνων και την αποκάλυψη της εσώτατης ουσίας, η αφορμή δηλαδή για να αποδειχθεί η φαντασιακή και όχι η συμβολική σχέση με την ετερότητα είναι η ερωτική επιθυμία προς ένα αισθησιακό θηλυκό.

 

Πώς λειτουργούν οι γυναικείες μορφές στο έργο του Καραγάτση;

 

Πολλές είναι οι γυναικείες μορφές στον Γιούγκερμαν – και όχι μόνο – που συγκροτούν τη θηλυκότητά τους με τέτοιο τρόπο ώστε να λειτουργούν ως καθρέφτης της αρρενωπότητας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η γυναικεία μορφή παρουσιάζεται είτε ως μεταφορά των ανδρικών φαντασιώσεων είτε ως το ανεξήγητο που αντίκειται στους νόμους και τη διαδικασία νοηματοδότησης και κατανόησης του κόσμου.

 

Τι συμβαίνει στο ερωτικό πεδίο, όταν διασταυρώνεται ο «εξορθολογισμένος» Νότος με τον «πρωτόγονο» και «φυσικό» Βορρά;

 

Στα δίπολα που δημιουργούνται, από τη μια μεριά η κοινωνική και πολιτισμική ταυτότητα (τόσο έμφυλη όσο και φυλετική), ο πολιτικός και οικονομικός λόγος στη δίνη του οποίου εμπλέκεται το λογοτεχνικό υποκείμενο και, από την άλλη, ο βιολογικός λόγος με την διαιώνιση της έμφυλης και της φυλετικής διαφοράς, έχει θέση και ο εξευρωπαϊσμένος Νότος και ο πρωτόγονος και «φυσικός» Βορράς. Αν, σ’ αυτή τη σειρά επιχειρούσαμε αξιολογήσεις, τότε η αφήγηση προτείνει στην πρώτη θέση τον άνδρα που συντάσσεται με τη λογική της δημόσιας ευταξίας, την οικονομική κυριαρχία, και στη δεύτερη θέση τη γυναίκα που συνδηλώνει το πάθος, το μυστηριακό, το ανεξέλεγκτο και τη σαγήνη της καταστροφής. Αντιστοίχως, συμβαίνουν τα ίδια και στη σειρά του πρωτόγονου και «φυσικού» Βορρά.

 

Η γυναίκα στον Καραγάτση έχει δική της ερωτική επιθυμία ή εμφανίζεται ως συμπληρωματικό του άνδρα;

 

Ο ανδρικός χαρακτήρας του επιστημονικού λόγου που διεισδύει στη φύση για να αποκαλύψει τα μυστικά της και να την τιθασεύσει διαπλέκεται με τη μεταφορά της γυναίκας ως φύσης, με αποτέλεσμα η γυναικεία ερωτική συμπεριφορά να μελετάται, να περιγράφεται, να αναπαρίσταται και τελικά να κατασκευάζεται ως φυσικό αντικείμενο από το άρρεν υποκείμενο. Είναι συνήθης η χρήση του μεταφορικού λόγου που συνδέει τη γυναίκα με τη φύση, τον μυστικισμό και το ανεξήγητο.

 

Ημερομηνία άρθρου 6/5/2007

info@bookbar.gr

 

INFO

 

–       Η νέα έκδοση του «Γιούγκερμαν» με την εισαγωγή της Μαίρης Μικε, κυκλοφορεί από τις Eκδόσεις της Εστίας

–       «Η μεγάλη χίμαιρα» (2002) του Μ. Καραγάτση κυκλοφορεί με την εισαγωγή της Μαίρης Μικέ, από τις Εκδόσεις της Εστίας

 

 

Tags: Μ. Καραγάτσης, Γιούγκερμαν, μυθιστόρημα, Μαίρη Μικέ, βιολογικός λόγος, Μεγάλη Χίμαιρα, εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο

Σχετικά θέματα (links)

 

-«Ο Καραγάτσης ήθελε να είναι ο Γιούγκερμαν» Συνέντευξη της Μαρίνας Καραγάτση

 

 

 

 

 

 

 

1 COMMENT