Ελένη Γκίκα, Λίλιθ

1
1172

 Ένα βιβλίο πολλαπλών αναγνώσεων για τον διαχρονικό κώδικα του πάθους|

Στην ελληνική λογοτεχνία των τελευταίων ετών, υποστηρίζουν οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας, έχει αυξηθεί ο αριθμός των βιβλίων όπου

lilith_gika_display_30908 συνυπάρχουν διαφορετικά είδη αφήγησης: επιστολογραφία, κριτικό ή δοκιμιακό λόγο, καταγραφή, εξιστόρηση κλπ.  όπως επίσης συμπεριλαμβάνονται σε αυτά ‘δάνεια’ από άλλα βιβλία ή κείμενα. Τα αποκαλούν υβριδικά, ή βιβλία «απροσδιόριστης» ταυτότητας, ή τουλάχιστον μιας ταυτότητας που δεν θυμίζει εκείνη των άλλων, των τυπικών μυθιστορημάτων που προσφέρονται αφειδώς, κατακλυσμικά σχεδόν στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια. Λένε επίσης πως οι κανόνες σε αυτές τις περιπτώσεις “διαταράζονται”. Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι κανόνες στους οποίους αναφέρονται; Και γιατί ένα λογοτεχνικό κείμενο θα πρέπει να διέπεται ή να υπάγεται σε στερεότυπα και κανόνες; Να εγκλωβίζεται στο περιορισμένο όρια του «εαυτού;» ή μιας και μόνο μια αφηγηματικής φόρμας;

Της Πέρσας Κουμούτση

 Χωρίς να θέλω να αντιπαρατεθώ με την άποψη αυτή, ούτε βέβαια και να την αντικρούσω, πιστεύω πως το αισθητικό αποτέλεσμα είναι αυτό μετρά στο τέλος, ενώ η λογοτεχνία που δεν ανυψώνεται στο επίπεδο της ποίησης, όποιες οι νόρμες, οι κανόνες που ακολουθεί, ή το αφηγηματικό τους ύφος, δεν είναι λογοτεχνία.

Η Λίλιθ, τελευταίο βιβλίο της Ελένης Γκίκα, εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία των βιβλίων, όπως άλλωστε τα περισσότερα τα βιβλία της: Ένα βιβλίο «πολλαπλής ταυτότητας», που όμως το αισθητικό του αποτέλεσμα είναι τόσο έντονα διακριτό από τις πρώτες κιόλας σελίδες του που χωρίς διάθεση υπερβολής, συναρπάζει, γοητεύει και συγκινεί τον αναγνώστη του, αλλά ταυτοχρόνως ανοίγει διάπλατα τους ορίζοντες της σκέψης και της μνήμης του, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά, πως η «πολλαπλή ταυτότητα» ενός βιβλίου, όχι μόνο συγκαταλέγεται στα πλέον θετικά χαρακτηριστικά ενός καλού βιβλίου, αλλά το ανυψώνει σε «άλλα» επίπεδα και το βοηθά να ξεφύγει από τα περιορισμένα όρια της δικής του ιστορίας καταρρίπτοντας  κάθε είδους περιοριστικούς όρους ή κανόνες που κατά καιρούς επιβάλλονται από θεωρητικούς της λογοτεχνίας.

 Η Ελένη Γκίκα με το βιβλίο της Λίλιθ κάνει και πάλι δυνατή την παρουσία του στα ελληνικά γράμματα, αφήνοντας με αυτό το ανάγνωσμα το βαθύ αποτύπωμά της στο σύγχρονο ελληνικό λογοτεχνικό προσκήνιο.. Γιατί παρότι έχει ως βασικό κορμό του την διήγηση/ την εξιστόρηση των παθών και δοκιμασιών ενός μεγάλου, αλλά τραγικά ανεκπλήρωτου έρωτα που δίνεται απλόχερα στον αναγνώστη μέσα από τις επιστολές που περιήλθαν τυχαία στα χέρα της συγγραφέως- με έμφαση εκείνο της γυναικείας πλευράς- η Ελένη Γκίκα δεν αρκείται στο ξεδίπλωμά της ιστορίας της που από μόνη της αποτελεί ελκυστικό πόλο έλξης και ερέθισμα για να διαβάσει κανείς το βιβλίο-  ούτε βέβαια αρκείται στην αστυνομική του πλοκή, αλλά εγκιβωτίζει σε αυτό κι άλλες πολλές, που όμως έχουν όμως άμεση σχέση με τον κεντρικό μας μύθο, ρίχνοντας περισσότερο φως σε όλες στις εκφάνσεις του, και υπογραμμίζοντας ταυτοχρόνως την τραγικότητα, τον ρομαντισμό, τον πόνο της απώλειας, τη διαχρονικότητα των συναισθημάτων όταν αυτά είναι αληθινά και ειλικρινή.

 Έτσι ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία μιας πολλαπλής ανάγνωσης και κατά συνέπεια πολλαπλής απόλαυσης, αφού παράλληλα με την κεντρική ιστορία, το ποιητικό και συγκινητικό υπόβαθρο των επιστολών, έρχεται αντιμέτωπος με ψήγματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και κείμενα που παρεμβάλλονται με ένα συνειρμικό σχεδόν τρόπο, τονίζοντας για άλλη μια φορά ότι η σπουδαία λογοτεχνία βρίσκεται πάντα σε ένα συνεχές διάλογο με τους άλλους και πως ένα  σημαντικό και «σίγουρο» για τον εαυτό του βιβλίο δεν περιορίζεται στην «φιλαυτία» του, ούτε αποκλειστικά στο δική του υφολογική διάσταση, όσο σπουδαία ή περίτεχνη κι αν είναι αυτή, αλλά  πάντα συνδιαλέγεται με άλλους, αλλιώς παραμένει «έγκλειστο» στην εγωπάθεια της ατομικής σκέψης, στη φυλακή της φαντασίας του δημιουργού και της προσωπικής ή άλλης ιστορίας του.

 Και αυτό λοιπόν το βιβλίο λειτουργεί σε πολλά επίπεδα και είναι αυτά ακριβώς τα επίπεδα που συγκροτούν μια στιβαρή και άκρως  συναρπαστική ολότητα , ένα εξαιρετικά σπουδαίο ψηφιδωτό ιστοριών, που συνοδεύεται πάντα από τους  συλλογισμούς τις σκέψεις και την προσωπική θεώρηση της συγγραφέως, και το αποτέλεσμα είναι αριστουργηματικό.

 Γλώσσα ποιητική, καλοδουλεμένη, αισθαντική αποδίδει πιστά, όχι μόνο τον εσωτερικό κόσμο της πρωταγωνιστικής μορφής του βιβλίου, της Λίλιθ, με τις συναισθηματικές ανυψώσεις και  τις καταβυθίσεις της ηρωίδας που έρχεται αντιμέτωπη με τη ζωή και τα μυστικά μιας άλλης, αλλά είναι ταυτοχρόνως κι ένας παγκόσμιος λογοτεχνικός χάρτης. Ένας πολύχρωμος καμβάς, όπου πάνω του αναμυθεύονται ιστορίες σπουδαίων κι εμβληματικών μορφών του παγκόσμιου αλλά και εγχώριου λογοτεχνικού στερεώματος και όχι μόνο. Έτσι, η Συλβια Πλαθ, η Έμιλυ Ντικινσον, ο Κάφκα, ο Φλομπέρ, η Τόνι Μόρισον, η Γιόκο Ογκάουα, η Καραπάνου, ο Ταρκόφσκι κι άλλοι πολλοί παρελαύνουν ένας ένας και μια μια για να συμπρωταγωνιστήσουν με τους ήρωες της βασικής ιστορίας, υπογραμμίζοντας πάντα, ότι ο κώδικας του πάθους, ο έρωτας σε οποιαδήποτε έκφανση του, εξακολουθεί να καθορίζει τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων, και πως δεν ανήκει αποκλειστικά ούτε σε κάστες, ούτε σε τόπους, ούτε σε εποχές, και πως  ίσως είναι η μοναδική έκφανση της ζωής που έχει μείνει και θα μείνει εσαεί αναλλοίωτη ανά τους αιώνες, και πως  έχει υμνηθεί με τη ίδια ένταση από ανθρώπους διαφορετικών ρευμάτων, σκέψεων και τεχνών. Και πως επίσης ανεξάρτητα από το χρόνο και τον τόπο ο άνθρωπος υπακούει στους ίδιους εκείνους ‘κανόνες’ που διέπουν την ύπαρξη, τις πράξεις, τις επιλογές του. Αποδεικνύοντας αυτόν τον τρόπο πως ένα πληθωρικό κείμενο, όχι μόνο δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, όταν συνδυαστεί με δομικά υλικά, σκέψεις, συλλογισμούς και φιλοσοφικές θεωρήσεις άλλων ανθρώπων παγκόσμιας αναγνώρισης και αξίας, αλλά  αποκτά αμέσως και αυτομάτως οικουμενική διάσταση.

 Εδώ λοιπόν ξεδιπλώνονται τα πάθη δυο άγνωστων σε μας ανθρώπων μαζί με τα πάθη κι άλλων μεγάλων εμβληματικών μορφών που διαπλέκονται/ ενσωματώνονται με ένα τρόπο που η Ελένη κατέχει πια τόσο καλά. Η Λίλιθ είναι μια σύνθεση συνειρμικού, ρεαλιστικού αλλά κυρίως ποιητικού λόγου που πλέον συγκαταλέγονται στα πλέον ευδιάκριτα χαρακτηριστικά της γραφής της Ελένης Γκίκα μαζί πάντα με την εξαίρετη ποιότητα και το υψηλό επίπεδο σκέψης της.

 info@bookbar.gr 

 

 

INFO

lilith_cover_2309 Λίλιθ

Από γράμμα σε γράμμα

Ελένη Γκίκα

Εκδόσεις Καλέντης

 Σελ. 672, Τιμή € 18,00

 

 

 

 

 ΒΙΟ

 gika_eleni_lilith_34560Η Ελένη Γκίκα γεννήθηκε στο Kορωπί Αττικής το 1959. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφία από τα περιοδικά “Aντί” και “Φαντάζιο” (1981-1983). Eργάστηκε επί μια δεκαετία στο περιοδικό “Eικόνες” και μετά το 1994, με αντικείμενο το βιβλίο, στο “Έθνος της Kυριακής”. Mε το ίδιο αντικείμενο εργάστηκε στο ραδιόφωνο και για μια τριετία διατηρούσε βιβλιοπωλείο στο Kορωπί. Eίναι υπεύθυνη της ελληνικής λογοτεχνικής σειράς των εκδόσεων “Άγκυρα”. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: “Σηματοδότες”, 1984, “Δρασκελιές”, 1988, “21 Xρωματιστές μεταμφιέσεις και 11 αιρετικά ποιήματα”, 1992, “Mέλι, μελό, μέλισσα, μάλιστα…”, 1996, “Έως, εαρινός, έρημος, έρχομαι…”, 1997, “Σώμα, σταυρός, σάρκα, σταυρώθηκα…”, 1998, “Θόλωσα, θύελλα, θάμβος, θυμήθηκα”, 2000, “Άβυσσος, άλγος, άλμα, αρχίζω…”, 2002, με την οποία τελειώνει ο κύκλος της ζωής και των γραμμάτων του αλφαβήτου, “Εν αταξίαις, εύτακτοι όντες”, 2006. Τα μυθιστορήματα: “Aλήθεια, τα τρως ακόμα τα νύχια σου;”, 1996, “Aναζητώντας τη Mαρία”, 1998, “Να τα μετράω ή να μην τα μετράω τα χρόνια;”, 1999, “Μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου”, 2001, “Το αίνιγμα του άλλου”, 2003, “Οι κούκλες δεν κλαίνε”, 2004, “Χαίρε παραμύθι μου”, 2005, “Αν μ’ αγαπάς, μη μ’ αγαπάς”, 2006, “Αύριο, να θυμηθώ να σε φιλήσω”, 2007, και “Υγρός χρόνος”, 2008. Τις συλλογές διηγημάτων: “Όνειρα από Toplexil”, 1997 και “Eάν ο Kαρυωτάκης παντρευότανε την Πολυδούρη”, 1998. Το παιδικό βιβλίο “Το κοριτσάκι που πίστευε στα θαύματα”, 2007. Kαι μια συλλογή με συνεντεύξεις: “Δι’ εσόπτρου εν αινίγματι”. (ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)