Ομήρου Ιλιάδα: Πραγματικότητα ή Μυθοπλασία;

1
10508

Η Ιλιάδα διδάσκει ότι ο Πόλεμος τιμωρεί τόσο τους νικημένους όσο και τους νικητές”

Της Caroline Alexander*

Ομήρου Ιλιάδα: Ιστορία ή Μυθοπλασία; Σε ποιο είδος λόγου ανήκουν τα ομηρικά έπη που έχουν αφήσει το αποτύπωμα τους στην οικουμένη και έχουν γαλουχήσει γενιές επί γενιών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα; Το ερώτημα αυτό έχει απασχολήσει κατά καιρούς πλήθος ξένων -κυρίως- ελληνιστών και μελετητών της αρχαίας ελληνικής γραμματείας μέχρι σήμερα.

Πρόλογος – Σχόλια : Ελπίδα Πασαμιχάλη

Μετάφραση από τα αγγλικά: Δάφνη Μαρία Γκυ – Βουβάλη

Ήταν ιστορικό γεγονός ο Τρωικός Πόλεμος, υπήρξε πράγματι η Τροία; Ήταν ιστορικά πρόσωπα η ωραία Ελένη, ο Πάρις, ο Μενέλαος, ο Αγαμέμνονας, ο Αχιλλέας, και ακόμη ακόμη υπήρξε στ’ αλήθεια ο Οδυσσέας, υπήρξε ποτέ η Ιθάκη; Στα ερωτήματα αυτά και πολλά άλλα ανάλογα μπορούμε να διακρίνουμε δύο σχολές μελετητών. Η μία , πιο παραδοσιακή, θεωρεί ότι πρόκειται για ιστορικά γεγονότα που διατηρήθηκαν στην μνήμη των ανθρώπων μέσω της παράδοσης και διαδόθηκαν μέσω των αοιδών. Η άλλη η λεγόμενη και “αναλυτική σχολή” θεωρεί πως πρόκειται για δημιουργήματα της φαντασίας των ραψωδών, ότι ήταν δηλαδή σε μεγάλο βαθμό προϊόντα μυθοπλασίας , που συνέθεσαν πιθανόν υπαρκτές αλλά ετερόκλητες χρονικά ιστορίες, σε έναν κοινό καμβά και παρουσίασαν τα πρώτα και ίσως τα πιο επιτυχημένα best sellerστην ιστορία της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με αυτή τη σχολή, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια υπήρξαν τα πρώτα και τα πιο “ευπώλητα” μυθιστορήματα, που συνεχίζουν μέχρι σήμερα να συναρπάζουν τους αναγνώστες, αφού διαθέτουν όλα τα ακαταμάχητα και αναγκαία για την επιτυχία συστατικά. Πάθη, δράση, μάχες, περιπέτεια, ίντριγκες, έριδες, ηρωισμό και φυσικά έρωτες που μπορούν να συγκλονίσουν το σύμπαν συθέμελα.

Στα θεμέλια της αναλυτικής θεωρίας βρίσκεται το περίφημο “ομηρικό ζήτημα”που σχετίζεται με την πατρότητα και τον τρόπο σύνθεσης της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ήταν υπαρκτό πρόσωπο ο Όμηρος  ; Πότε έζησε; Τα Ομηρικά Έπη έχουν έναν συγγραφέα ή πολλούς; Ποια ήταν η συμβολή της γραφής στη σύνθεση των ποιημάτων και ποια η επίδραση της προφορικής παράδοσης; Οι ραψωδίες υπαγορεύτηκαν από τον ίδιο τον ποιητή ή επιβίωναν προφορικά και καταγράφτηκαν αργότερα;

Στον αντίποδα της αναλυτικής σχολής βρίσκονται οι “ενωτικοί” οι οποίοι υποστηρίζουν ότι στο καθένα από τα έπη υπάρχει μια συνεπής και συνεχής λογοτεχνική σύλληψη και σύνθεση από ένα άτομο. Μια πρωτοποριακή και επιστημονικά τεκμηριωμένη άποψη, βασισμένη στις ανακαλύψεις για την Γραμμική Γραφή Β’ είναι εκείνη του Αμερικανού καθηγητή Κλασσικών Σπουδών Barry B. Powell ο οποίος στο βιβλίο του Homer and the origins of the Greek alphabet (Cambridge 1991)” τεκμηριώνει ότι το ελληνικό αλφάβητο επινοήθηκε με κύριο σκοπό να καταγραφούν τα Ομηρικά Έπη. Στο ανάλογο μήκος κύματος και η ριζοσπαστική μελέτη του Νάνου Βαλαωρίτη  με το βιβλίο «Ο Όμηρος και το αλφάβητο» που εκδόθηκε το 2011 από την Ελληνοαμερικανική Ένωση, στο οποίο εντοπίζει και τεκμηριώνει την ύπαρξη θεματικής ακροφωνίας στις ραψωδίες της Ιλιάδας.

Στην “αναλυτική σχολή” των μελετητών που προσεγγίζουν τα Ομηρικά Έπη με απομυθοποιητική και πραγματιστική οπτική γωνία, εντάσσεται η Αμερικανίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος Caroline Alexander  διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κολούμπια (Νέα Υόρκη), που το 2015 έγινε η πρώτη γυναίκα που εξέδωσε ολοκληρωμένη μετάφραση της Ιλιάδας στα αγγλικά. Η Caroline Alexander γνωστή και στο ελληνικό κοινό με το βιβλίο της «Ο πόλεμος του Αχιλλέα: Η πραγματική ιστορία της Ιλιάδας και του Τρωικού Πολέμου» από τις εκδόσεις Πατάκη (2014) με άρθρο της που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του BBC με τίτλο What Homer;s Iliad can tell us about worship and war.  (Σ.τ.Μ. Τι μας λέει η Ιλιάδα για τη θρησκευτική λατρεία και τον Πόλεμο) αναφέρεται στον πόλεμο και στη θρησκευτική λατρεία όπως ξετυλίγεται στους στίχους της Ιλιάδας, με εργαλείο τη “ρεαλιστική” προσέγγιση της σχολής που αντιπροσωπεύει.

Σοβαρή μελετητής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και ιστορίας η Caroline Alexander προσεγγίζει την Ιλιάδα με εντυπωσιακή ιστορική γνώση και σεβασμό. Αναγνωρίζει στην Ιλιάδα τον ακρογωνιαίο λίθο της Ελληνικότητας και της ελληνικής ταυτότητας, διαπίστωση που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι τα Ομηρικά Έπη απαγγέλλονταν κατά τη γιορτή των Παναθηναίων  με βάση ένα σταθερό κείμενο (η λεγόμενη πεισιστράτειος διόρθωση) γεγονός που πιστώνεται ως τεράστια συμβολή του τυράννου των Αθηνών Πεισιστράτου στην παγίωση ου ομηρικού κειμένου.

Το κείμενο της Caroline Alexander έχει ως εξής:

Η Ιλιάδα αφηγείται την Ιστορία ενός σύγχρονου πολέμου

Στην αρχή της Ιλιάδας, σημειώνεται μια παρέκβαση που είναι γνωστή σε όλους με την επωνυμία «ο κατάλογος των πλοίων», και η οποία κατονομάζει όλους τους Έλληνες ηγέτες και τα στρατιωτικά τμήματα, που μεταφέρθηκαν για να πολεμήσουν στην Τροία. Και προτού ξεδιπλώσει αυτή την εντυπωσιακή παράθεση ονομάτων, ο Όμηρος κάνει μια ειδική, δημόσια έκκληση στις Μούσες, προκειμένου να εξασφαλίσει το γεγονός, ότι μεταφέρει όλα όσα συνέβησαν σωστά:

Πέστε μου τώρα Μούσες, που έχετε τον Όλυμπο παλάτι

τι είστε θεές κι ολούθε τρέχετε, κατέχετε τα πάντα·

εμείς καν τίποτα δεν ξέρουμε, τη φήμη μόνο ακούμε – .

(Ραψ. Β, 484-486)**.

Τούτοι οι στίχοι αντικατοπτρίζουν έναν κεντρικό ισχυρισμό της επικής ποίησης – ότι δηλαδή μέσω της έμπνευσης των Μουσών, που ήταν κόρες της Μνημοσύνης, μπορεί να συντηρήσει την γνώση των ανθρώπων και τα γεγονότα του παρελθόντος – μια δύναμη που κάποτε εμφανιζόταν τρομερή ανάμεσα στους πολιτισμούς που δεν διέθεταν γραφή, και μέσα στους οποίους εξελίχθηκε η Ιλιάδα. Το συγκεκριμένο έπος του Ομήρου συνεγράφη γύρω στα 750-700 π.Χ., αλλά οι ρίζες του ανάγονται σε μια περίοδο τουλάχιστον πέντε αιώνων νωρίτερα, και χάνονται μέσα στην Μυκηναϊκή Εποχή του Χαλκού – στον κόσμο δηλαδή, τον οποίο επικαλείται μέσα στους στίχους της η Ιλιάδα.

Οι ίδιοι οι Μυκηναίοι γνώριζαν γραφή, αλλά όπως φαίνεται, την χρησιμοποιούσαν μόνο για γραφειοκρατική, λογιστική χρήση στους κόλπους των βασιλείων τους. Όταν αυτά κατέρρευσαν, γύρω στο 1200 π.Χ., ακόμη κι αυτή η περιορισμένη χρήση χάθηκε. Έτσι, από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής μέχρι την εποχή του Ομήρου, οι ποιητές που ερμήνευαν και διασκεύαζαν τα έπη προφορικά, διέσωσαν την παράδοση, και μετέφεραν την μνήμη του μυκηναϊκού κόσμου στους επόμενους αιώνες.

Η Ιλιάδα γνωρίζει πάρα πολύ καλά τον ρόλο της ως διατηρητή αυτής της μνήμης, και η αξιοπιστία συνιστά θεμελιώδη παράγοντα της αφήγησής της. Το έπος της είναι προϊόν μυθοπλασίας και περιγράφει τα γεγονότα που συνέβησαν μέσα σε μερικές μόνον εβδομάδες, κατά τον δέκατο και τελευταίο χρόνο του Τρωικού Πολέμου. Και οι χαρακτήρες των ανθρώπων που σκιαγραφεί, συμπεριλαμβάνουν όχι μόνο πολεμιστές, τους αιχμαλώτους τους, και τις οικογένειές τους, αλλά και τους ίδιους τους αθάνατους Ολύμπιους θεούς, οι οποίοι εκτελούν πολλές υπερφυσικές πράξεις στην πορεία της πρόθυμης συμμετοχής τους στα τεκταινόμενα γύρω από την Τροία.

Μυθοπλασία ή πραγματικότητα;

Εν τούτοις, παρά τις ακλόνητες πράξεις θεϊκής μαγείας, το έπος της Ιλιάδας καταβάλλει ασίγαστες προσπάθειες να φανεί ρεαλιστικό. Οι περίφημες ομηρικές παρομοιώσεις για παράδειγμα, ζωντανεύουν τον οικείο σε όλους μας και πλήρως εξακριβώσιμο φυσικό κόσμο. Εξίσου πιστευτές, (για να μην πούμε απόλυτα ακριβείς από ανατομικής απόψεως), είναι και οι περιγραφές των τακτικών κινήσεων που πραγματοποιούνται στις μάχες, καθώς και οι τραυματισμοί των πολεμιστών, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με την προσεκτική περιγραφή των σημαντικών για τους εμπολέμους τοποθεσιών της Τρωάδας, της περιοχής δηλαδή γύρω από την Τροία.

Πάνω απ’ όλα μάλιστα, η σκιαγράφηση των κυριότερων πρωταγωνιστών του έπους, είναι απόλυτα και με σταθερότητα πιστευτή, μέσα από τα ίδια τους τα λόγια – τους λόγους που εκφωνούν – και οι οποίοι καταλαμβάνουν τουλάχιστον τους μισούς από τους 15.693 στίχους της Ιλιάδας. Το ποιητικό μέτρο του έπους, το δακτυλικό εξάμετρο, ταιριάζει ιδανικά στην ελληνική γλώσσα, επιτρέποντας στις εκφράσεις της μεγάλης οργής, της αγανάκτησης, της ανδρείας, των τύψεων και της συντριβής να κινούνται μέσα στους στίχους όπως το παλιρροϊκό κύμα, με φυσικό ρυθμό.

Η Ιλιάδα έχει την φήμη ενός αποκλειστικά «ανδρικού» έπους, το οποίο διαθέτει ελάχιστους γυναικείους χαρακτήρες, αλλά – για να επιλέξουμε ένα μονάχα συζητήσιμο παράδειγμα – ο λεπτός σε αποχρώσεις χαρακτηρισμός της Ελένης ως γυναίκας που διακατέχεται από ένα διστακτικό, πλην όμως απαλλαγμένο από ενοχές πάθος, είναι τόσο απελπιστικά αξιόπιστος, όσο και η Άννα Καρένινα.

Όταν ο λεγόμενος Σκοτεινός Αιώνας τελείωσε και η γραφή επέστρεψε στην Ελλάδα γύρω στα 750 π.Χ., ο Όμηρος, με κάποια μορφή ή τρόπο, συνέγραψε επιτέλους τα έπη του. Και τότε, το ηρωικό αφήγημα που έλκυε τις ρίζες του στον εξαφανισμένο μυκηναϊκό κόσμο, έγινε συρμός. Οι χαρακτήρες του, θείοι και θνητοί, όχι μόνο ενέπνευσαν την τέχνη και την λογοτεχνία, αλλά επιπλέον θεωρήθηκαν και πρόσωπα που υπήρξαν στην πραγματικότητα. Ο Τρωικός Πόλεμος είχε γίνει στ’ αλήθεια: Ο Θουκυδίδης, ο οποίος συνέγραψε την ιστορία του τον 5ο αιώνα π.Χ., στην πραγματικότητα ισχυρίστηκε ότι η μακρά διάρκεια του πολέμου, είχε οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση των ελληνικών κρατών κατά τα τέλη του Σκοτεινού Αιώνα.

Η σημαντικότερη εξέλιξη, εντοπίζεται στο γεγονός ότι η Ιλιάδα άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι εντρυφούν στην θρησκευτική λατρεία. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ιστορικό του 5ου αιώνα π.Χ., αυτός που «περιέγραψε τους θεούς για τους Έλληνες» και τους προσέδωσε ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ήταν ο Όμηρος – και ο ποιητής Ησίοδος. Συγκεκριμένα ο Όμηρος, «έδωσε στους θεούς τα ονόματά τους, προσδιόρισε τις σφαίρες επιρροής και τα καθήκοντά τους, και περιέγραψε την εξωτερική τους μορφή». Αυτά τα χαρακτηριστικά, σκιαγραφούν τους Ολύμπιους θεούς που αναγνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Την ίδια στιγμή, οι άνθρωποι καθιέρωσαν λατρείες και για τους ανθρώπινους ήρωες της Ιλιάδας, υιοθετώντας τους ως ηρωικούς τους προγόνους. Το να ανήκει κανείς στην Ιλιάδα και το να κατέχει ιστορία που έχει παραδοθεί από την Ιλιάδα, έγινε ακρογωνιαίος λίθος της Ελληνικότητας και της ελληνικής ταυτότητας.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ιλιάδα δρομολόγησε όχι μόνο την ροή των τεχνών, αλλά και της κοινωνικής ιστορίας. Υπήρξαν και άλλοι τρόποι – λιγότερο μετρήσιμοι, αλλά πολύ περισσότερο επίμονοι και βασανιστικοί, με τους οποίους η Ιλιάδα υποχρέωσε το ακροατήριό της, από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα, να αντιμετωπίσει θεμελιώδεις πραγματικότητες της ανθρώπινης εμπειρίας, όπως η θνητότητα και η ηθικότητα – εκείνες δηλαδή τις δύσκολες και σκοτεινές περιοχές, που βρίσκονται πάνω στο σημείο που συνδέει την ανθρώπινη ταυτότητα με την θρησκεία.

Η “Αχίλλειος πτέρνα”

Αυτό που θεωρεί η Caroline Alexander ως “αποδεικτικό στοιχείο” για το γεγονός ότι η Ιλιάδα αποτελεί μυθοπλασία (“Αχίλλειο πτέρνα” όπως το αποκαλεί η ίδια) είναι η μεγαλειώδης και συγκλονιστική σκηνή όπου ο Πρίαμος επισκέπτεται ως ικέτης τον Αχιλλέα και τον εκλιπαρεί να του επιστρέψει τη σορό του γιου του Έκτορα, για να τον θάψει με τις δέουσες τιμές. Η Alexander παρουσιάζει την εμφανώς αυθαίρετη θεωρία ότι η κορυφαία αυτή σκηνή προστέθηκε στο ποίημα αργότερα για να γίνει αρεστό στα ακροατήρια της Ανατολίας. Η θεωρία αυτή, πέρα από το γεγονός ότι στερείται ιστορικής τεκμηρίωσης παρουσιάζει και λογικά χάσματα. Για τον απλούστατο λόγο ότι τα “ακροατήρια της Ανατολίας” δεν θα αρέσκονταν εξ ολοκλήρου να ακούν μια ραψωδία αφιερωμένη στην ήττα των Τρώων και στον θρίαμβο των Ελλήνων και είναι πολύ αμφίβολο αν η “προσθήκη” μιας τέτοιας σκηνής θα μπορούσε να αμβλύνει τη δυσφορία τους.

Η καταδίκη του πολέμου που φαίνεται να ξαφνιάζει την Carolaine Alexander και να τη θεωρεί “αντιφατική” για ένα πολεμικό έπος όπως η Ιλιάδα, αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της φιλοσοφικής του αντίληψης, όπως προκύπτει και από πλείστα έργα των αρχαίων τραγικών. “ Ας μείνει έξω από τη χώρα ο πόλεμος, που εύκολα φουντώνει όταν κανείς έχει μεγάλο πόθο για τη δόξα” (Αθηνά) (Αισχύλος, Ευμενίδες) “Είναι ανόητος άνθρωπος όποιος κυριεύει πόλεις και αφού ερημώσει ναούς και ιερά και μνήματα των πεθαμένων, ο ίδιος κατόπιν χάνεται” (Ποσειδώνας)( (Ευριπίδης, Τρωάδες) και επίσης “Ο πόλεμος προτιμά να σκοτώνει όχι τον δειλό αλλά πάντα τους γενναίους” (Νεοπτόλεμος) (Σοφοκλής, Φιλοκτήτης) ***

Η “Αχίλλειος πτέρνα” σύμφωνα με την Caroline Alexander

Αυτό που επιχειρώ να εκφράσω εδώ, ο Όμηρος το καθιστά ξεκάθαρο επανειλημμένως και μάλιστα μεγαλοπρεπώς όσο πουθενά αλλού, στην πασίγνωστη σκηνή προς το τέλος της Ιλιάδας, όπου ο βασιλιάς Πρίαμος πηγαίνει μέσα στη νύχτα στο ελληνικό στρατόπεδο, και παρουσιάζεται ως ικέτης ενώπιον του Αχιλλέα. Σε διαφορετικούς χρόνους μέσα στο έπος, οι δύο άνδρες έχουν ικετέψει τους Ολύμπιους θεούς, χωρίς όμως οι παρακλήσεις τους να εισακουστούν. Τώρα, αποστολή του Πριάμου είναι να ικετέψει για το σώμα του αγαπημένου του γιου, του Έκτορα, τον οποίο ο Αχιλλέας σκότωσε για να εκδικηθεί τον θάνατο του δικού του συντρόφου, του Πάτροκλου. Στα γόνατα του Αχιλλέα, ο Πρίαμος ικετεύει:

«Έλα, σεβάσου τους αθάνατους, συμπόνεσε και μένα,

τον κύρη σου Αχιλλέα, θυμάμενος· πιο αξίζω εγώ συμπόνια·

τι εβάστηξα, ό,τι δεν εβάστηξε κανείς θνητός στον κόσμο,

του αντρούς που τους υγιούς μου εσκότωσε το χέρι να φιλήσω!

Είπε, και τον καημό του εφούντωσε για τον δικό του κύρη,

κι έσπρωξε ανάλαφρα τον γέροντα, το χέρι πιάνοντάς του.

Μαζί τους έπνιξαν οι θύμησες, τον έναν του αντρειωμένου

του Εχτόρου, κι έκλαιγεν ως σούρνονταν μπρος στου Αχιλλέα τα πόδια·

θρηνούσε κι ο Αχιλλέας, τον κύρη του θυμάμενος, και πότε

τον Πάτροκλο, κι ως πέρα οι θρήνοι τους γιομίζαν το καλύβι.

(Ραψ. Ω,  503-512)**.

Η δύναμη αυτής της σκηνής δεν απορρέει μόνο από αφηγηματική ευφυΐα, αλλά και από την προσήλωση της Ιλιάδας στην ίδια της την ιστορία. Η παράδοση του έπους καταγόταν από την ηπειρωτική Ελλάδα, κατά πάσα πιθανότητα μάλιστα από την περιοχή της Θεσσαλίας, αλλά ύστερα από την κατάρρευση των πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού, μεταφέρθηκε, μαζί με τους ποιητές που μετανάστευσαν ανατολικά, στο νησί της Λέσβου και την βορειοδυτική ακτή της Ανατολίας (Τουρκίας σήμερα), η οποία συμπεριλαμβάνει την περιοχή γύρω από την Τροία: Αυτό γνωρίζουμε από γλωσσολογικές έρευνες, από την αρχαιολογία, κι από αρχαίες αναφορές.

Έτσι, μπορεί μεν στην πρώιμη μορφή της η Ιλιάδα να παρουσιαζόταν κατά πάσα πιθανότητα ενώπιον ως επί το πλείστον ελληνικών ακροατηρίων, στη συνέχεια όμως, την εποχή του Ομήρου, το ακροατήριο προερχόταν και από την Ανατολία, ενώ επιπλέον ενδέχεται να αντιμετώπιζε με συμπάθεια και τους Τρώες. Οι ποιητές προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες, με αποτέλεσμα ένα από τα πλέον εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της Ιλιάδας να είναι η σταθερή συμπάθεια που εκδηλώνει προς τους Τρώες, οι οποίοι απεικονίζονται ως αδελφά θύματα του πολέμου, κι όχι μονάχα ως εχθροί.

Τι θα είχε συμβεί αλήθεια, αν οι Έλληνες ποιητές που παρουσίαζαν την Ιλιάδα στην Ανατολία, είχαν παραλείψει να την προσαρμόσουν στις ευαισθησίες των διαρκώς μεταβαλλόμενων ακροατηρίων τους; Τι θα είχε γίνει, αν είχαν κωφεύσει στην πορεία της στρατιωτικής ιστορίας των χρόνων εκείνων, και τις συνεπαγόμενες μετατοπίσεις πληθυσμών που αντιμετώπισαν; Ποια θα ήταν η εξέλιξη αν ο Όμηρος έβαζε τον Αχιλλέα να στείλει πίσω τον Πρίαμο άπραγο; Ή να τον κακομεταχειριστεί, να τον ταπεινώσει ή να τον σκοτώσει; Θα ήταν σήμερα η ιστορία διαφορετική, ή όχι; Πιθανώς όχι. Αλλά σίγουρα, ο κόσμος θα είχε χάσει κάτι. Κι αυτό το κάτι, δεν είναι μονάχα μια μνημειώδης σκηνή στους κόλπους ενός μεγαλειώδους και μακροσκελούς αφηγήματος, αλλά μια πρωτογενής διαπίστωση για την ανθρωπότητα – η οποία έγινε τελικώς αισθητή χάρη στον ακλόνητο ρεαλισμό της μακράς παράδοσης αυτού του έπους.

Ο Λογγίνος, λόγιος του 1ου μ.Χ. αιώνα, έγραψε ότι «καταγράφοντας τους τραυματισμούς των θεών, τους καυγάδες, την εκδίκησή τους, τα δάκρυα, τις φυλακίσεις και όλα τα πολύμορφα πάθη τους, ο Όμηρος, έκανε μέσα στην Ιλιάδα ό,τι μπορούσε καλύτερο για να κάνει τους ανθρώπους θεούς και τους θεούς ανθρώπους». Η σκηνή ανάμεσα στον Αχιλλέα και τον Πρίαμο, επιδεικνύει με ακρίβεια αυτή την αναστροφή, και αποκρυσταλλώνει όλα όσα οι ποιητές της Ιλιάδας είχαν μάθει κατά την διάρκεια του ταξιδιού του έπους τους. Ότι δηλαδή οι θεοί που λατρεύουμε μπορεί και να μην απαντούν στις παρακλήσεις μας, και ότι η ανθρωπότητα πρέπει μερικές φορές να αίρεται στο ύψος των περιστάσεων και να τους αντικαθιστά. Ότι η δόξα είναι αξεδιάλυτα δεμένη με την άφατη απώλεια. Ότι ο νικητής μοιράζεται την ανθρώπινη φύση ακόμη και με τους πιο ευάλωτους από τους κατακτημένους. Και τέλος, ότι καθαρή και ανόθευτη νίκη στον πόλεμο, δεν υπάρχει.

Η Ιλιάδα διδάσκει ότι στον Πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι.

info@bookbar.gr

*Σ.τ.Μ.: Η Caroline Alexander γεννήθηκε το 1956 στην Φλόριντα των ΗΠΑ, και είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κολούμπια (Νέα Υόρκη). Είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το 2015 έγινε η πρώτη γυναίκα που εξέδωσε ολοκληρωμένη μετάφραση της Ιλιάδας στα αγγλικά. Έχει συνεργαστεί με τον New Yorker το Granta και το National Geographic. Στα ελληνικά, έχουν εκδοθεί τα βιβλία της «Η καρτερία: Η θρυλική αποστολή του Σακλετον στην Ανταρκτική» από τις εκδόσεις Ωκεανίδα (1999), και «Ο πόλεμος του Αχιλλέα: Η πραγματική ιστορία της Ιλιάδας και του Τρωικού Πολέμου» από τις εκδόσεις Πατάκη (2014).

**Σ.τ.Μ.: Τα αποσπάσματα της Ιλιάδας που καταγράφει η Alexander στα αγγλικά, «επανήλθαν» στα ελληνικά από το βιβλίο «Ομήρου Ιλιάδα» σε μετάφραση των Ν. Καζαντζάκη και Ι. Κακριδή, έκδοση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), (2015).

***ΠΗΓΗ : Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Τι μας λένε και σήμερα οι τρεις τραγικοί, Άνθολόγηση: Ίνα Αναγνωστοπούλου, Λία Μπουσούνη – Γκεσούρα

 

1 COMMENT