Πολ Μοράν, Λιούις και Ειρήνη

0
1333

Το χρηματιστήριο του έρωτα|

 

paul_morand_display_1029Ο Πολ Μοράν, ένας κομψός στυλίστας της γραφής, έγραψε το μυθιστόρημα Λιούις και Ειρήνη το 1924.

Σήμερα το βιβλίο αυτό έρχεται στα χέρια του ελληνικού αναγνωστικού κοινού από τις εκδόσεις Καλέντης, για να μας υπενθυμίσει πως είναι η οξυδερκής ματιά ενός μεγάλου συγγραφέα, που μπορεί να πηγαίνει πιο πέρα από την επιφάνεια και την επιδερμικότητα των πραγμάτων.

Της Πωλίνας Γουρδέα

«Στον έρωτα, δεν πρέπει να αφυπνίζουμε όλα όσα κοιμούνται σε μια γυναίκα», αντέτεινε η Ειρήνη, «γιατί έτσι κανένας δεν είναι πια κύριος της κατάστασης. Δείτε, στα γερμανικά παραμύθια, τον μαθητευόμενο μάγο». (σελ. 163)

Ο Πολ Μοράν (1886-1976) υπήρξε δεινός αφηγητής, πολυμαθής κοσμοπολίτης, διπλωμάτης, λάτρης των ωραίων γυναικών και ταξιδιωτικός συγγραφέας που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στον χώρο του βιβλίου. Συνέθεσε κείμενα μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, όπως το μυθιστόρημα Λιούις και Ειρήνη στο οποίο περιγράφει των έρωτα δύο χρηματιστών με ποικίλα σκαμπανεβάσματα και κλυδωνισμούς. Ο συγγραφέας κατορθώνει να διασώσει την εποχή του μεσοπολέμου με στυλ, πολυτέλεια και την μοντέρνα αντίληψη γύρω από την αφηγηματική δομή του μυθιστορήματος. Οι ήρωες του σφύζουν από ζωή μέσα σε μια πλοκή με γρήγορο ρυθμό, ευφυείς παρατηρήσεις, χιούμορ και κομψότητα στις φράσεις. Έτσι, η αφήγηση του απογειώνεται, παραμένοντας διαχρονική και επίκαιρη μέχρι σήμερα.

«Όσο για τη δουλειά… δεν δούλεψα ποτέ. Τα σύγχρονα επαγγέλματα δεν είναι δουλειά, είναι πλιάτσικο. Βάδιζα κατευθείαν στα γηρατειά, με αυτή την υπερκινητικότητα κι αυτό το κουσούρι του δραστήριου που χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Αντί να μειώνονται, να που αυξάνουν οι πηγές της ενέργειάς μου, από τότε που έχω εσάς. Μαθαίνω να είμαι ανθρώπινος. Η πρώτη μου ανάγκη είναι να σας λατρεύω». (σελ. 143)

Ο Μοράν ξέρει να «δένει» την αφήγηση στα σημεία με μια χαρακτηριστικά μοντέρνα γραφή. Αν α αναγνώστης δεν ήξερε ότι η πλοκή διαδραματίζεται τη δεκαετία του 1920 σίγουρα θα την τοποθετούσε πολύ αργότερα. Αυτό το στοιχείο κάνει το ύφος του πρωτοποριακό και τα πρόσωπα του έργου ολοκληρωμένα ως χαρακτήρες, με τάσεις και συναισθήματα που αγγίζουν το μεδούλι οδυνηρών καταστάσεων.

«Τόσο πάθος στα χαρακτηριστικά της, και μάλιστα κάποιες ενδείξεις άγριων ορέξεων. Κι όμως, αν το διακινδύνευες, έπεφτες πάνω στον συντηρητισμό, στην ψυχρότητα του μαρμάρου». (σελ. 164)

Το μυθιστόρημα Λιούις και Ειρήνη είναι η απόδειξη ενός ανήσυχου μυαλού ενός εκπληκτικά προικισμένου συγγραφέα που αξίζει να διαβαστεί λαίμαργα, ως την τελευταία σελίδα.

info@bookbar.gr

 

Το σημείωμα του εκδότη

Ο Λιούις, ένας νεαρός τραπεζίτης της δεκαετίας του 1920, ενδιαφέρεται περισσότερο για τις τιμές στο Χρηματιστήριο παρά για τις γυναίκες. Ώσπου ερωτεύεται την Ειρήνη Αποστολάτου, γόνο μιας ισχυρής οικογένειας Ελλήνων τραπεζιτών της Τεργέστης. Τι θα απογίνει η αγάπη ανάμεσα σ’ αυτούς τους δυο αδίστακτους ανθρώπους των επιχειρήσεων που, παρά το ότι αγαπιούνται, συναγωνίζονται για το ποιος θα αποκτήσει το ορυχείο του Σαν Λουσίντο στη Σικελία, ποιος θα κάνει τις πιο προσοδοφόρες επενδύσεις, ποιος θα κερδίσει στο Χρηματιστήριο; Η αγάπη τούς ενώνει, οι επιχειρήσεις τούς χωρίζουν. Αγάπη και χρήμα. Ποιος θα νικήσει, η Αφροδίτη ή ο Ερμής;
Στον κολοφώνα της τέχνης του, ο Πολ Μοράν επιχειρεί να δώσει τη δική του απάντηση στο αιώνιο ερώτημα μέσα από τις σελίδες του υπέροχου και συνάμα σκληρού μυθιστορήματος “Λιούις και Ειρήνη”, όπου η αγάπη και το χρήμα διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε μιαν ανελέητη μονομαχία…

Το βιβλίο Λιούις και Ειρήνη, του Πολ Μοράν, του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα της γενιάς των τουέντις, αποτελεί μια υποδειγματική απεικόνιση της εποχής του αλλά και της μοντέρνας αντίληψης για το μυθιστόρημα. Ο έρωτας δύο χρηματιστών, του Λιούις και της Ειρήνης, διατυπωμένος σε κοφτό, σχεδόν τηλεγραφικό, ύφος και διανθισμένος από τις τιμές του χρηματιστηρίου, μοιάζει με γραφιστική τέχνη και με προσχέδιο. Η γραφή, λιτή, κοφτή και απότομη, μοιάζει με σκίτσο: με μερικές λέξεις, μερικές γραμμές σίγουρες και καθαρές, ο συγγραφέας σχεδιάζει μια χώρα, μια πόλη, σκιαγραφεί την ατμόσφαιρα μιας σκηνής και διασώζει ένα περίγραμμα προσώπου από τη λησμονιά. 

Σε αυτό το μυθιστόρημα ο Πολ Μοράν, στοιχειωμένος από την ταχύτητα και το δαιμόνιό του να σκαρώνει συνεχώς λογοπαίγνια, αποκαλύπτει τα δυνατά του σημεία: κομψός στιλίστας της γραφής, σμιλεύει με πλούτο λέξεων, εκφράσεων και ποιητικών εικόνων την ιστορία του. Εξαιρετικός στο στιγμιότυπο, στο σκίτσο, στο χαρακτηριστικό, αναδεικνύει ανάγλυφα την προοπτική και αποδίδει το βάθος των πραγμάτων. Χωρίς να προχωρήσει πιο πέρα από την επιδερμίδα και την επιφάνεια, η ματιά του Μοράν διακρίνεται ωστόσο για την απόλυτη οξυδέρκειά της. Αυτό που βλέπει, μας το δίνει να το δούμε σαν να είναι η πρώτη φορά, όπως δεν θα το είχαμε δει ποτέ χωρίς εκείνον. Αυτό και μόνο αρκεί να θεωρηθεί ο Πολ Μοράν ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας.

 

INFO

lewis_ex.inddΛιούις και Ειρήνη

Πολ Μοράν

Μετάφραση: Βάσω Νικολοπούλου, Νίκη Καρακίτσου – Ντουζέ

Εκδόσεις Καλέντης 2013

Σελ. 216, Τιμή € 12,00

 

 

 

 

 

 

 

 

ΒΙΟ

Ο Paul Morand (1888 – 1976) ανήκει στους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς του 20ού αιώνα, ο οποίος διακρίθηκε για την πρωτοτυπία του έργου του αλλά και ως γνήσιος εκφραστής της δεκαετίας του ’20. Γεννήθηκε το 1888 στο Παρίσι. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι και στην Οξφόρδη. Πρώτος στο διαγωνισμό του 1913 για το διπλωματικό σώμα, φίλος του Μαρσέλ Προυστ -ο οποίος προλόγισε και το βιβλίο του “Tendres Stocks”-, του Ζαν Κοκτό, της Κοκό Σανέλ και του Ζαν Ζιροντού, σύζυγος της Ελληνορουμάνας πριγκίπισσας Ελένης Σούτσου, λάτρης των ωραίων γυναικών και των αυτοκινήτων, μόνιμος καλεσμένος στα καλύτερα σπίτια, ο Πολ Μοράν κάνει μια κοσμική ζωή που συμμετέχει στενά στον κάπως πλαστό ρομαντισμό των τρελών χρόνων του Μεσοπολέμου. 
Η λανθασμένη πολιτική επιλογή του στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο -συνεργάστηκε με την κυβέρνηση του Βισύ και ανέλαβε πρεσβευτής στο Βουκουρέστι και στη Βέρνη- αμαύρωσε τη λαμπρή πορεία του και του κόστισε τη διπλωματική του καριέρα. Επέστρεψε από την εξορία του στην Ελβετία μεταμορφωμένος, αποβάλλοντας τους τρόπους γραφής της εποχής για να γίνει ένας κλασικός συγγραφέας. Τα ογδόντα περίπου βιβλία του Μοράν που δημιούργησαν τη δόξα του δημοσιεύτηκαν στο διάστημα 1920 έως 1936. Αποτελούν στο σύνολό τους γλαφυρές μαρτυρίες αυτής της εποχής, καταγράφοντας τα ήθη της, την τρέλα της και το μοντερνισμό της, και αποπνέουν συνάμα αυτή την ηλεκτρισμένη και ιδιαίτερα εκθαμβωτική ενέργεια του ύφους του συγγραφέα.
Το 1968 εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Πέθανε στο Παρίσι το 1976, τη χρονιά που εκδόθηκε η “Αύρα της Σανέλ”.