Ευχές

0
1435

Ευχές !

 

Οι γιορτές κι ο… Μπάμπης

 

 Έτσι είναι οι γιορτές – με τα δώρα τους, τα χαμόγελα τους , τις ευχές τους

 – Άντε και καλές γιορτές!

 Γράφει ο Νίκος Μουλίνος

O Μπάμπης, ο φίλος μου, ακούει τις ευχές κι ‘ «ανάβει» – δε μιλάει όμως. Τις προσπερνάει προσεχτικά, όπως μια λακκούβα με νερό, που γυαλίζει, στη μέση του δρόμου και κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Χαμογελάει ανόρεκτα και κοιτάζει τον τύπο που του εύχεται, ύστερα κουνάει πέρα – δώθε το κεφάλι του , σε μια δόση φιλοσοφικής διάθεσης πασπαλισμένης με κομμάτια οίκτου. « Φαίνεται πως ούτε κατάλαβε , ούτε ξέρει που πάμε! » μονολογεί

 Ο άλλος, όμως, δεν έχει γνώση από τα «εσώτερα» του Μπάμπη, κι επανέρχεται άνετος και επίμονος

 – Κύριε Μπάμπη, άντε και καλές γιορτές !

 Αλλά ο Μπάμπης, μια από τα ίδια – αμίλητος , στεγνός, ξανα-κουνάει το κεφάλι του, αυτή τη φορά πάνω- κάτω, μισοχαμογελάει ειρωνικά και τον εξετάζει προσεκτικά και παρατεταμένα. «Είμαι σίγουρος πως δεν ξέρει τι του γίνεται !» σκέφτεται και μελαγχολεί. Ο τύπος , κάνει μια υπόκλιση, σκάει χαμόγελο οδοντόκρεμας, κουνάει το χέρι σαν σε αποχωρισμό και ( επιτέλους !) φεύγει πριν το «άναμμα» του Μπάμπη εξελιχθεί σε πυρκαγιά και μάλιστα μεγάλων διαστάσεων.

 « Εντάξει για γιορτές ! Το «καλές» όμως , που το βλέπει, ο χριστιανός ; » ξεσπάει. Κι αμέσως το πάει παρακάτω – « πώς να έχουμε καλές γιορτές άνθρωπε μου με αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν ; Κόψανε από ‘ δω, κόψανε από ‘ κει, μειώσανε ετούτο , μειώσανε το άλλο …Κι αφού τελειώσανε με τα κοψίματα – που να τους πιάσουν τα «άλλα» και να μην τους αφήσουν μέρες – άρχισαν τις αυξήσεις … Και τελικά αυτό που άφησαν, οι τύποι, είναι ένα καλό πουρμπουάρ, κι όχι μισθός ή σύνταξη για να ζήσεις ! …»

 Να πούμε, όμως, και την αλήθεια , ο Μπάμπης ο φίλος μου στην π.Κ. ( προ Kρίσης ) εποχή δεν ήτανε έτσι, ήτανε αλλιώς. Ήσυχος, ήρεμος, αισιόδοξος και κυρίως χωρίς νεύρα – αρνί !

 – Μόνο μπεεε, που δεν έκανε ! οι υπερβολικοί.

 Ο Μπάμπης γνώρισε μέρες «δόξης» ! Λαμπρές μέρες ! Τις θυμάται τώρα και «παθαίνει» . Σαν σε μεγάλη βιτρίνα παιχνιδότοπου, κι άπλωνε το χέρι κι έπαιρνε ότι του γυάλιζε ή του άρεσε, άνοιγε το στόμα του να ζητήσει κάτι και δεν προλάβαινε – done !, έγινε, που λένε κι οι αλλοδαποί. Κάπου – κάπου, όμως, σαν κάτι να τον έτρωγε και ρωτούσε

 – Δικά μου όλα ; Πολλά δεν είναι ;

 – Ρε πάρε να έχεις !προτροπή των υπευθύνων, άποψη των βολεμένων, στίγμα προορισμού για τους επιτυχημένους, σήμα κατατεθέν της εποχής, με το ύφος ανάλογης κουλτούρας – νέος «πολιτισμός» ! Κι ο Μπάμπης έπαιρνε , έπαιρνε κι ήρθε κι απλώθηκε , κι όλα καλά και το μέλι γλυκό κι η ζωή του «παντεσπάνι και χαβιάρι»

 Αλλά, τώρα , έτσι, και στο αναίτιο – η άποψη του ! – άρχισε και βαράει καινούρια …μουσική.

 Μετρήσανε λέει, αυτοί οι απόξω ντε ,με τους από μέσα τους δικούς μας, και τι βρήκανε ; Πολύ ετούτο, παραπάνω από ότι πρέπει το άλλο , αυτό περισσεύει, κείνο παρά είναι , περάσαμε τις κόκκινες γραμμές, είστε υπέρβαροι, και πήρανε μαχαίρι και χραπ το φτάσανε στο λίγο και ντουγρού για το λιγότερο… Κι ο Μπάμπης δε μετράει πια τι παίρνει αλλά μετριέται αν θα αντέξει …

Κι ήρθε και μπούκωσε ο δικός μου. Τον πήρανε από κοντά κι οι ενοχές, μ ‘ αυτά που άκουγε από τους ειδικούς και τις αγορές και το αφομοίωσε.

 – Δε μπορεί, για να το λένε αυτοί, έτσι θα είναι – φταίω !

 Κοντοστάθηκε , όμως, απέναντι του κι ο φόβος, τον βλέπει στο βλέμμα των αναλυτών και τω πολιτικών και το νοιώθει μέσα του κι αυτός – νύχτα αφέγγαρη και αστεροστερημένη, πυκνό μαύρο το σκοτάδι που θα έλεγε και ο πιο μέτριος ποιητής .

 

– Πενθώ ! τις ώρες της περισυλλογής του, λέει

Αλλά ο Μπάμπης έχει .. «λίπος» ! Έτσι, ξανα – σουμάρει τα καθέκαστα και τα ξανα – μετράει και του λείπουνε και τα γιατί και τα διότι, κι ύστερα από ώρα καταλήγει σε …ομοφωνία με τον εαυτό του

 – Πάνε και τα όνειρα !

 Και ξαφνικά , σηκώνεται όρθιος, υψώνει τα χέρια, ανοίγει τα δάχτυλα, και στέλνει προς γνωστή κατεύθυνση… ευχές.

 – Ρε δε πάτε στο διάολο ! και γελάει όσο πιο δυνατά μπορεί , γιατί ο Μπάμπης, εκτός από φίλος μου είναι και …Έλληνας !

 

Επιμέλεια κειμένου, εικονογράφησης: Ελπίδα Πασαμιχάλη

info@bookbar.gr