Λαοκράτης Βάσσης – Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό

0
939

Στη Μονάδα των ….ημιονηγών επί δικτατορίας

 

«Άρχισα να γράφω τις «Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό» για την …πικρή πλάκα τους. Καθώς όμως οι περισσότερες, ρίχνουν το ιδιαίτερο φως τους στον χουντικό ζόφο, η γραφή πήρε έναν χαρακτήρα εξορκισμού φαντασμάτων από εκείνη την πολύ γκρίζα για τον Τόπο μας «εποχή. Οπότε ο λόγος γραφής τους τελικά προσδιορίστηκε απ’ τις ίδιες τις ιστορίες.» σημειώνει ο Λαοκράτης Βάσσης στο νέο του βιβλίο με τίτλο Ξορκίζοντας φαντάσματα – Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό, εκδόσεις Ταξιδευτής.

Γράφει η Ελπίδα Πασαμιχάλη

Οι Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό είναι ένα βιβλίο πραγματική έκπληξη, ένα λαμπερό διαμαντάκι που έρχεται να προστεθεί στην πλούσια βιβλιογραφία του συγγραφέα, πολιτική και δοκιμιακή κατά κύριο λόγο. Είναι επίσης ένα βιβλίο που συνδυάζει την λογοτεχνική αφήγηση από τη μια και την αρθρογραφία από την άλλη, με τρόπο πρωτότυπο, εύστοχο, έξυπνο και εξαιρετικά επιτυχή.

 Ο Ορέστης Ιωαννίδης του Δημητρίου, ως  alter ego του συγγραφέα, νεαρός φιλόλογος, με καταγωγή από την Πρέβεζα, που μόλις αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, καλείται να υπηρετήσει τη θητεία του την εποχή της δικτατορίας και γίνεται ο κεντρικός ήρωας και των δώδεκα αφηγήσεων του βιβλίου. Που μετατρέπονται πραγματικά σε Ιστορίες καθημερινής τρέλας και εκτοξεύουν τον σημερινό αναγνώστη σε ένα κόσμο και μια εποχή που δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρξε.

Στον Λόχο Ορεινών Μεταφορών (ΛΟΜ) του Μπέλες κοντά στο χωριό Κεντρικό του Κιλκίς όπου βρισκόταν μια μικρή Μονάδα ημιονηγών με «καμιά εξηνταριά μουλάρια και δύο άλογα». Απομεινάρι μιας παλιότερης ένδοξης εποχής, που υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες Μονάδες Ιππικού και Ημιόνων , όπως μαρτυρούσε και το βουνό με κοπριά δίπλα στους στάβλους.

Αυτό το ακριτικό και απόκοσμο για τον σημερινό αναγνώστη τοπίο, σε μια εποχή που υπήρχε ακόμη η ειδικότητα των «ημιονηγών»,  γίνεται το φόντο αλλά και η «αυλή των θαυμάτων» από όπου ο συγγραφέας ανθολογεί σπαρταριστά περιστατικά καθημερινής παράνοιας, υπερβολής, αυταρχισμού, αλλά και …λούφας και παραλλαγής.

 Στην ακριτική Μονάδα των ημιονηγών της δεκαετίας του ’60, η πλάκα, η φάρσα, το δούλεμα, το χιούμορ, το αστείο ακόμη και το καψόνι γίνονται το αντίδοτο στη σοβαροφάνεια, την υπερβολή, τις κορώνες, τα στερεότυπα, τον ξύλινο λόγο, τον αυταρχισμό της δικτατορίας.   Περιστατικά τραγελαφικά, στα όρια του σουρεαλισμού, που κάνουν το σοβαροφανές περίβλημα της δικτατορίας να καταρρέει με κρότο και πολύ γέλιο.

Ο γυφτάκος Ηλίας παντρεμένος από τα δεκαπέντε του και με τρία παιδιά στο ενεργητικό του, δεν είχε κάνει μπάνιο στη ζωή του …ποτέ και λιποθυμάει όταν οι άλλοι φαντάροι τον υποχρεώνουν να εγκαινιάσει το λουτρό της Μονάδας και ρίχνουν στο σώμα του νερό!

Η εξωφρενική «αναφορά» του αρχιλοχία «Κύριε Διοικητά τα π’ λιά  τριλάθ’ καν!» καθώς οι …μεθυσμένες κουρουνο-καρακάξες του στρατοπέδου πραγματοποιούν αλλόφρονες πτήσεις, μετά το «μεζεδάκι» με κριθάρι ποτισμένο σε …τσίπουρο Τυρνάβου, που τις κέρασε η «υπεράνω υποψίας» παλιοπαρέα της Μονάδας.

Τα …. «φρονήματα των φερόντων τας χοιρομητέρας χωρικών» (!) που έπρεπε πρώτα να ελεγχθούν προκειμένου να δοθεί άδεια στους χοιροτρόφους του χωριού να ζευγαρώσουν τις θηλυκές γουρουνίτσες με τους κάπρους του στρατοπέδου!

Και η παρωδία κτυπάει κόκκινο με τον …αλήστου μνήμης ενταφιασμό του …Ρίνγκο, ένα μουλάρι της Μονάδας, που ..πέθανε και ο υπερβάλλων ζήλος του δεκανέα που είχε αναλάβει το θλιβερό καθήκον, κατέληξε στην κατασκευή ενός τεράστιου ….. επιτύμβιου σταυρού, με επιγραφή και εύφημο μνεία στον Ρίνγκο, ως …ηρωικώς …πεσόντα «κατά των κομμουνιστών»! 

Ανάμεσα στα αφηγήματα του βιβλίου, παρεμβάλλονται άρθρα δοκιμιακού χαρακτήρα, Σημειώματα όπως τα ορίζει ο συγγραφέας, τα οποία λειτουργούν με διπλό τρόπο. Από τη μια ως οργανικοί συνδετικοί ιστοί ανάμεσα στις Ιστορίες του Ορέστη, ενώ από την άλλη διαφωτίζουν και ξεναγούν τον σημερινό αναγνώστη στο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό  περιβάλλον μιας εποχής που μοιάζει να απέχει «έτη φωτός» από τη δική μας, όμως έχει αφήσει το ισχυρό της αποτύπωμα. Την εποχή της δικτατορίας.

Στις Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό – του «ανέστιου» και «μητροκτόνου Ορέστη», για να θυμηθούμε την δραματική κληρονομιά του ονόματος- είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού μια διχασμένη Ελλάδα, μια Ελλάδα που θυμίζει ποτάμι με δύο όχθες όπως παρατηρεί ο ίδιος ο κεντρικός ήρωας συνομιλώντας στο τέλος του βιβλίου με τον καλοπροαίρετο Διοικητή της Μονάδας του: «Θα ολοκληρώσω με τη θεωρία μου που είναι το ποτάμι με τις δύο  “όχθες”  και την κοινή “κοίτη”. H κοινή “κοίτη” είναι η Ελλάδα, οι δύο “όχθες” είναι η Δεξιά και η Αριστερά με όλα τους τα ρεύματα. Όσο η μία “όχθη” βγάζει τα “μάτια” της άλλης, χωρίς να βλέπουν την κοινή “κοίτη”, θα έχουμε μορφές …. Εμφυλίου.»

Καθώς έχει συμπληρωθεί σχεδόν μισός αιώνας από την θλιβερή εκείνη για τη χώρα μας  Επταετία, την Επταετία του «γύψου», όπως έγινε αργότερα γνωστή, το χιούμορ και βέβαια το πικρό χιούμορ, η σάτιρα και ο τραγέλαφος, έρχονται καταλυτικά να παρωδήσουν, τις ακρότητες, την παράνοια, τον παροξυσμό, την υστερία σε βαθμό ανοησίας και την ακαμψία μιας εποχής που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν μια τεράστια φάρσα. Πρόκειται όμως για μια «φάρσα» που άφησε σημάδια σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής και βέβαια στον πολιτισμό και στην παιδεία, ευτελίζοντας πολύτιμα πετράδια της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.  (Διαβάστε επίσης : Λαοκράτης Βάσσης :  Αν δεν ξαναγαπήσουμε τον τόπο μας, δεν θα μπορέσουμε να σηκωθούμε όρθιοι»).  Το χιούμορ, το καταλυτικό χιούμορ είναι από τους καλύτερους τρόπους για να ανατρέξει κανείς σ’ εκείνη την εποχή, με τα μάτια του σήμερα και να κάνει προφανή τη γύμνια, την παράνοια, τη γελοιότητα και το φιάσκο της. Το γέλιο και η χλεύη φέρνουν την πιο ανελέητη και τελεσίδικη κάθαρση.

 

 

INFO

 

Ξορκίζοντας τα φαντάσματα

Ιστορίες του Ορέστη απ’ τον στρατό

Λαοκράτης Βάσσης

Σελ. 141, Τιμή € 10,00

Εκδόσεις Ταξιδευτής

 

 

 

 

ΒΙΟ

Ο Λαοκράτης Βάσσης γεννήθηκε στο Ριζοβούνι Πρεβέζης το Μάρτιο του 1945. Είναι δάσκαλος (πτυχιούχος της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ιωαννίνων) και νεοελληνιστής φιλόλογος (πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων). Είναι πρόεδρος της Εταιρείας Παιδείας και Πολιτισμού “Εντελέχεια”. Είναι επίτιμο μέλος του Δ.Σ. του Κ.Ε.Θ.Ε.Α. (Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων) και μέλος του Δ.Σ. του Ομίλου Φίλων του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης “Θεόδωρος Παπαγιάννης”. Διετέλεσε μέλος του Ε.Σ.Ρ. (Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης) και Διευθυντής Σπουδών των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα (Βάρη Αττικής). Άρθρα και βιβλιοκριτικές του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά, όπως “Αυγή”, “Ελευθεροτυπία”, “Καθημερινή”, “Αντί”, “Άρδην”, “Το Παρόν”. Έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις του σε ημερίδες και συνέδρια για θέματα εκπαιδευτικά, πολιτιστικά και σύγχρονου γενικότερα προβληματισμού.