«Σι Σινιόρα»

0
698

Ο έρωτας πάνω από όλα!

Της Γιούλας Ράπτη

 

-Σι Σινιόρα!

Η μελωδική προσφώνησή του με έκανε να χαμογελάσω και να αποδεχτώ αμέσως το νέο μου όνομα. Έτσι κι αλλιώς είχα μια βασανιστική επιθυμία να αφήσω πίσω μου, εκτός από την τεράστια τσάντα, που έσερνα μαζί μου ανόρεχτα, και όλα τα άλλα: όνομα, ταυτότητα, τα κλειδιά του αυτοκινήτου …ένα σωρό κλαμπατσίμπαλα. Όλα, εκτός από το σκυλί, που με ακολουθούσε ορεξάτο κάτι χρόνια τώρα.

 

«Κίκα, ο Κήρυξ», έκανα τις συστάσεις. Αυτό το «Κήρυξ», σαν ανεβοκατέβασμα από την πλαγιά του “η”, στη ροή του “ρ”, στην καμπύλη του “υ”, με κορύφωση στο αδιαπραγμάτευτο “ξ”, μού καρφώθηκε από την πρώτη στιγμή που τον είδα να αγορεύει χειρονομώντας, δύο βήματα από την παραλία. Το ψιθύρισα κανα δυο φορές «Κήρυξ … Κή-ρυξ» -το φαντάστηκα και γραπτώς- εντάξει, κατοχυρώθηκε.

 

Έτσι συναντηθήκαμε. Εγώ έβγαινα από ένα γραφείο συσκέψεων και καρμανιόλα των σκέψεων, με τη μορφή εκνευριστικών τηλεφωνικών ήχων, εισερχομένων φαξ και εξερχομένων, άπαξ δια διαπαντός, των αντιστάσεων και των αντοχών μου. “Κύριε Πρόεδρε, κύριοι μέτοχοι. Παραιτούμαι”. Πρέπει να ήταν οι τελευταίες μου λέξεις, πριν χτυπήσω πίσω μου την πόρτα και πάρω τους δρόμους.  Δεν θυμάμαι πώς έφτασα στην παραλία. Εκεί, σταμάτησα να σκέφτομαι και μετατράπηκα, χωρίς πρόβλημα, στον μοναδικό ακροατή του Κήρυκα.

 

-Σινιόρα, τέρμα η Σκέψη. Ώρα για Δράση. Αυτός ο αιώνας χρειάζεται μια νέα ιδέα, μετά την μαζική αυτοκτονία όλων των ιδεών, πασών των αυτοκρατοριών, κάθε είδους Δημοκρατιών, όλων των φιλοσόφων και των στοχαστών. Αμ πώς! Αλλιώς, όλα αυτά τα πρόβατα και τα ερίφια μαζί, θα συνεχίσουν να πηγαίνουν προς το γκρεμό και εκεί θα στέκουν χαμένα, γιατί όπως λέει και ο λαός θα βλέπουν ότι “μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα”. Ο λαός! Όχι, δεν είναι σοφός, είναι … βοηθήστε με Σινιόρα.

-είναι …ζαβός;

-Πολύ ωραίο. Ναι, είναι ζαβός ο λαός. Άμα τού δείξεις την ευθεία, λέει να πάει λοξά, αλλά αν πας με τη λόξα του, τότε θυμάται το σωστό δρόμο, ότι η ευθεία είναι η συντομοτέρα οδός, όλα αυτά… όλα αυτά πρέπει κάποιος να τα βάλει σε μια νέα αταξία. Ναι. Ξεκινάω μεγάλη σταυροφορία. Κατά της πλήξης, κατά της αβίωτης ζωής, εμπρός της γης οι δυστυχείς, όποιος θέλει οπίσω μου ελθείν.”

 

-«Κήρυξ! Άλλος ένας Σωτήρ»;

-Όχι, όχι Σωτήρας. Ίσως Φωστήρας. Χρειάζεται μια νέα φαεινή ιδέα. Την έχω. Τη δίνω. Τη μοιράζομαι. Ιδού η Ρόδος, αλλά όχι το πήδημα. Ο έρωτας πάνω από όλα. Από πηδήματα χορτάσαμε, από αισθήματα… μισή μερίδα, μικρά, λειψά κι ασήμαντα. Ξυπνήστε, σηκωθείτε, αλλάξτε, προχωρήστε..

 

Δίπλα μου είδα ξαφνικά να στέκεται ένας ψαράς με το καλάμι του και πιο κει μια μικρή τσιγγάνα γελούσε κελαρυστά.

 

«Πες τα μεγάλε», τόνωσε τον Κήρυκα ο ψαράς και μου έκλεισε το μάτι. Η τσιγγανοπούλα σήκωσε το φουστάνι με τα χέρια της κι άρχισε να κυνηγάει την Κίκα στην παραλία. Πιο ‘κει ένα νεαρό ζευγάρι αγκαλιά και πίσω του μια μεσόκοπη κυρία, με τα χέρια στη μέση κι ένα τεράστιο ψάθινο καπέλο, άσχετο με την όλη αμφίεση.

 

Ωραία. Το ακροατήριο πύκνωνε. Μας κοίταξα ένα γύρω, μας φαντάστηκα σε φωτογραφία, χαμογέλασα, “ώρα για μια βουτιά” φώναξα.

«Σι Σινιόρα» απάντησαν εν χορώ και ορμήσαμε όλοι στη θάλασσα.

 

info@bookbar.gr

 

[Σημειώσεις, που -όταν μεγαλώσουν- ίσως γίνουν βιβλίο]

 

Older Entries