άγνωστος Χ στην Ποίηση (α’ μέρος)

0
1287

Του Κωστή Τριανταφύλλου

…Tu lis les prospectus les catalogues les affiches qui chantent tout haut

Voilà la poésie ce matin…, Guillaume Apollinaire, Zone, 1913.

Ποίηση Τέλος.

Εισάγετε Νόμισμα

Για Να Συνεχίσετε.

Ενεργοποιεί αυτή η «παιχνιδομηχανή» πολλά διλήμματα και αναθεωρεί τα παιχνίδια που ξέραμε; Πώς παίρνει μπρος η ποίηση; Είναι μια έξυπνη μηχανή; Τι ρίσκο παίρνουμε για να την κινητοποιήσουμε; Για ποιο παιχνίδι; Για μεγάλες ιστορικές περιόδους υπήρχε μια μονότονη επανάληψη μια συντηρητική προσέγγιση και όπως πάντα, με φωτεινές εξαιρέσεις εδώ κι εκεί, σε διαφορετικές γλώσσες και χρονικές στιγμές. Ο 20ός αιώνας έκανε την διαφορά, οι εναλλαγές ήτανε τόσο γρήγορες και τόσο δημιουργικές που η μία να διασπάται μέσα σε τρεις άλλες ποιητικές τάσεις ή κινήματα ή ατομικές περιπτώσεις.1 Κι αν είναι αυτό το νόμισμα που ο Χάροντας ζητούσε από τους πεθαμένους για να τους περάσει απέναντι; Μα για που προχωράει η ποίηση της πειραματικής αναζήτησης και της δημιουργικής εκφραστικής των σημερινών προβληματισμών με τα δεδομένα που μας προσφέρονται ή μας περιβάλλουν; Μήπως η μηχανή σήμερα σ’ αυτούς που «κερδίζουν» ρίχνει ένα αναψυκτικό και ένα ipad με 500 τίτλους για την πλαζ; Μήπως πάλι αυτή η μηχανή δεν τους λέει πως κερδισμένοι είναι όλοι όσοι κινητοποιούν τη συνέχεια της ποιητικής δημιουργίας; Και μήπως πάλι δεν τους λέει πως ακινητοποιείται, αυτή η υποτιθέμενη «ποιητική μηχανή», αδρανοποιείται, εγκλωβισμένη στις γνωστές συνταγές που δεν προωθούν την ποιητική αίσθηση…! Αν ζητήσετε από ένα λεξικό να σας ορίσει την έννοια της «δυναμικής ποίησης», μάλλον δεν θα έχετε αποτέλεσμα, ενώ το ίδιο θα συμβεί και με άλλες σύνθετες αισθήσεις που δεν ορίζονται εύκολα – ας δώσουμε λοιπόν την άδεια σ’ αυτή την ποιητική μηχανή να παίξει ένα άγνωστο παιχνίδι.

Αν στις έννοιες/λέξεις/αισθήσεις έκλεψαν την ψυχή και στο στόμα τους βάλανε ένα νόμισμα για τον Χάροντα, εμείς ας τους δώσουμε το ζωντανό εκείνο νόημα με το πάθος που χρειάζεται για να ανατρέψουν την τωρινή τους αχρηστία. Το δίλημμα σχετικισμός ή θάνατος δεν υπάρχει μια που είναι διαπιστωμένη ταυτολογία, αφού ο σχετικισμός καταργεί τις διακρίσεις και τα κριτήρια που μας επιτρέπουν να σκεφτόμαστε και να κρίνουμε, οδηγώντας στη διανοητική αδράνεια και ακινησία – όπως και η πτώχευση των ανθρώπινων αξιών που υπάρχει περισσότερο σαν ένα βολικό ψέμα. Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους: με κάθε μέσο σύγχρονο/δυναμικό ας εμψυχώσουμε αυτή την έννοια/λέξη/αίσθηση/δρώμενο, έτσι που η ποίηση να μιλήσει / να οραματιστεί για να την ξαναανακαλύψουν οι νέοι θιασώτες/εμπνευστές της. Ποιο είναι το νόμισμα που πρέπει να πληρώσουμε για να γνωρίσουμε την ποίηση του αύριο; Γνωρίζοντας τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις είμαστε πεπεισμένοι για το μέλλον της ποίησης με πρωτοποριακή χρήση/οικειοποίηση αυτών των τεχνολογικών νέων μέσων και εφαρμογών; Η συνολική αισθητική κριτική ματιά στην ποίηση τόσων αιώνων -όσο αυτό μπορεί να γίνει- μήπως μας αποδεσμεύει, από την μεμψίμοιρη ετερόνομη συμπεριφορά που θέλει σήμερα να κυριαρχεί σε κάθε γλώσσα και τόπο, επιτρέποντας έτσι ένα +ολικό απελευθερωμένο πρόταγμα ποιητικής αίσθησης να διαχυθεί μέσα στα ανθρώπινα γλωσσικά δίκτυα;

ν ρχ ν ποίησις

“Όποιος δεν ξεχάσει τον πρώτο του έρωτα, δε θα

γνωρίσει τον  τελευταίο.” Γράφουν  οι  Ρώσοι

φουτουριστές ποιητές, στην Μόσχα το 1912,

στο Ράπισμα στο κοινό γούστο.

Δεδομένο είναι πως ποιητές ήταν αυτοί που δημιούργησαν τα σημαντικότερα κινήματα του 20ού αιώνα. Τον Φουτουρισμό ο Marinetti, το Νταντά της Ζυρίχης ο Ball, το Νταντά του Βερολίνου ο Hausmann, ο Khlebnikov τον ρωσικό Κυβο-Φουτουρισμό, ο Dotremont το κίνημα Cobra, ο Breton το κίνημα του Σουρρεαλισμού. Οι Αρχαίοι Έλληνες ασκήθηκαν σε όλων των ειδών τα ποιητικά «παιχνίδια». Η ποίηση είχε το +ολικό πάθος του έρωτα. Από τις ακροστιχίδες, τις παλινδρομήσεις, τις μετρικές αυξομειώσεις μέσα στον στίχο στα λειπογράμματα, τις σύνθετες πολύτεχνες παρουσιάσεις έως την αλλαγή συντακτικής δομής με το πέρασμα του χρόνου. Οι τεχνικές αναζητήσεις συνδυάστηκαν με τους γρίφους, τα αινιγματικά επιγράμματα, που χρειαζόντουσαν μελέτη.2 Τον 4ο αιώνα της δικής μας εποχής δημιουργήθηκε η τεχνική των ποιημάτων-ηχώ, μέσα στην συνολική ονομασία που τους δίνανε των τεχνοπαιγνίων. Μέσα σ’ αυτή την κατηγορία εγγράφεται ένα μέρος των οπτικοποιημένων/παραστατικών ποιημάτων, αυτών δηλαδή που η στιχοποίηση με την εγγραφή σε ένα αντικείμενο ή φόρμα, χρειαζότανε ειδική στιχουργική εφευρετικότητα. Μπορούμε να αναφερθούμε σε μια σειρά από τέτοιες ποιητικές παρουσίες/καταγραφές στην αρχαιότητα από τον Θεόκριτο, τον Δοσιάδα και τον Σιμία, στην συνένοχη συνύπαρξη των carmina figurate και στην συνεχή χρήση για διακόσμηση των κειμένων αλλά και για θρησκευτική χρήση τόσο στην Χριστιανική όσο και στην Εβραϊκή θρησκεία. Από την παραστατική καλλιγραφία (calligraphie figurée) έως την τυπογραφική της πλέον εκδοχή, δηλαδή τον Rabelais, έως τους κυκλικούς λαβύρινθους του 1663 στο βιβλίο Metametrica του  Lobkowicz, φτάνουμε στον Guillaume Apollinaire, τον F.T. Marinetti, τον Giacomo Balla και όλους τους άλλους. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σχηματικά αναφέρω πως η «συνύπαρξη» ποίησης και πεζογραφίας δημιούργησε το κίνημα της συγκεκριμένης ποίησης (poésie concrète). Αντίστοιχα η « συνύπαρξη» εικόνας και ποίησης πρότεινε την οπτική ποίηση (poésie visuelle) όπως και  ηχητική ποίηση (poésie sonore) ονομάστηκε η σχέση μουσικής και ποίησης. Οι καταβολές είναι πολλές αλλά αναπτύχθηκαν αυτόνομα, ενώ σήμερα αυτές τις τάσεις οικειοποιούνται τα νέα μέσα για να προωθήσουν τα μηνύματά τους. Το τυπωμένο ποίημα είναι η εικόνα τού προφορικού λόγου. αλλιώς ειπωμένη αυτή η φράση, το ποίημα έχει δυό τουλάχιστον σαφείς μορφές αυτή που ακούγεται και αυτή που βλέπεται /διαβάζεται. Θυμάμαι σε μια συζήτηση να γίνεται αναφορά στις επιτύμβιες εσώγλυφες/εξώγλυφες παραστάσεις με τις επιγραφές τους στον Κεραμεικό, όπως και στην Ιαπωνική παράδοση ανταλλαγής καρτών, όπου υπάρχει εικόνα και λόγος μαζί και συμβολίζει κάποια ειδική κατάσταση, αλλά και στους Ιαπωνικούς θυρεούς όπου η εικόνα εμπλέκεται με ένα δίστιχο. Όμως τίποτα από όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν άμεσα με αυτό τον διαχωρισμό της σύγχρονης ποιητικής έρευνας. Και όλα τα παραπάνω μαζί δείχνουν μια σχέση, που για να γίνει όμως ποιητικό είδος πρέπει να υπάρχει ευαισθησία, παρέμβαση, έμπνευση, ποιότητα, ποιητική μέθεξη και ούτω καθεξής. Αυτή η ποίηση συμμετέχει στην γενική κίνηση των τεχνών και μάλιστα όπως είδαμε την εφευρίσκει και την οργανώνει. Η ποίηση ανοίγεται σε συνεργασίες και αποκτά μια διπλή ταυτότητα, μια τριπλή προσωπικότητα, μια πολλαπλή οντότητα. Η ποίηση απελευθερώνεται. Γίνεται πολυποιητική, πολυμεσική, τεχνολογική, ολοκληρωτική, με μανιφέστα, φεστιβάλ και περιοδικά και δρώμενα και ολονυκτίες όπου δεν βαριούνται να ακούνε, να βλέπουν, να τρομάζουν, να επανεφευρίσκουν, να αισθάνονται την ποίηση. Ποίηση Δράση, Άμεση Ποίηση, Ποίημα Παρτιτούρα, Ποίηση Εύρημα, Τυχαία Ποίηση, Ποίηση Κολάζ, Ποίηση Πράξη. Το μαγνητόφωνο με ταινία επιτρέπει τις πρώτες ερευνητικές συνθέσεις τόσο μουσικών όσο και ηχητικών ποιητών όπως ο Bernard Heidsieck. Τα τεχνολογικά μέσα φέρανε καινούριες προσεγγίσεις στο ποιητικό φαινόμενο και καινούριες σχέσεις ποιητικές. Έτσι η ποίηση συναντήθηκε/εμπλουτίστηκε με άλλες εκφραστικές δυνατότητες κι έφτιαξε ένα τεράστιο κατάλογο σχέσεων και νέων ποιητικών μορφών: Βιντεοποίηση, Σημειωτική Ποίηση, Ολογραφική Ποίηση, Σημειολογική Ποίηση, Cinepoesia, Ηλεκτροποίηση, Διαδικτυακή Ποίηση, Κυβερνοποίηση, Βιοποίηση…

Η ποίηση που έγινε βιντεοποίηση ξεκίνησε με αναλογικά δεδομένα, η ψηφιακή εποχή έδωσε μια άλλη προοπτική. Αυτή η ποίηση έχει καταβολές στον Marcel Duchamp και στο σύντομο κινηματογραφικό του έργο Anémic Cinema του 1926 και βέβαια στον Αμερικανικό Πειραματικό Κινηματογράφο – όλα αυτά πριν από το βίντεο. Τότε αυτές οι παραγωγές ήτανε ιδιαίτερα προβεβλημένες, υπήρχαν λίγες ανάλογες προσπάθειες και όλοι θέλανε να ενημερωθούν. Βιντεοποίηση είναι αυτή που χρησιμοποιεί το μέσον του βίντεο για να δημιουργήσει ποιητική μέθεξη. Ψηφιακή ποίηση είναι αυτή που χρησιμοποιεί με τέτοιο τρόπο που να ποιητικοποιεί την ψηφιακή τεχνολογία. Η ποιητική απαγγελία που καταγράφεται και τυγχάνει ψηφιακής επεξεργασίας είναι ένας διάλογος των τεχνών, μια πολύτεχνη/πολυποιητική  έκφραση της οποίας όμως το μέσον είναι  σαν το χαρτί που έχει και διάκοσμο ή την συνοδεία κάποιας μουσικής στην απαγγελία του ποιήματος, έτσι ξεκίνησε όμως η βιντεοποίηση. Σήμερα με μια τεράστια παραγωγή βίντεο ποιημάτων που ανεβαίνουν στο διαδίκτυο ή συμμετέχουν σε πολύωρα φεστιβάλ  η  πραγματική θέασή τους είναι μικρή και το αποτέλεσμά τους χάνεται στο πλήθος! Αυτό δεν σημαίνει πως η πρακτική αυτή σταματάει, κάθε άλλο: σε κάποιες χώρες όπως στην δικιά μας πρόσφατα το ανακάλυψαν και δραστηριοποιήθηκαν ανάλογα. «Η πρώτη πολυποιητική αναγνώριση/κατοχύρωση βρίσκεται στην αποδοχή του ηχητικού ποιήματος και από το 1980 και μετά με την χρήση των προβολών διαφανειών και από το 1990 με την βιντεοποίηση», γράφει ο Enzo Minarelli στο κείμενό του «Quelles images, quelle image dans la vidéopoésie?».2 Από την μία η συγχώνευση ειδών δημιουργεί μια αίσθηση χωρίς αισθητική ταυτότητα γιατί όλα γίνονται συγκεχυμένα και αλληλεπικαλύπτονται, από την άλλη ο Italo Calvino3 διαφωνεί με την ιδέα της ολικής ποιητικής παρουσίας μόνον μέσα από το γλωσσικό ιδίωμα.

*Μέρος αυτής της ανακοίνωσης παρουσιάστηκε στο 30ο Συμπόσιο Ποίησης στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας

Στο επόμενο: άγνωστος Χ στην Ποίηση (β’ μέρος)ν αρχη ην η ποίησις